Ως αναπηρία, σύμφωνα με το πλαίσιο αναφοράς ICIDH του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ορίζεται η σύνθετη έννοια που αποτελείται από τρία διακριτά αλλά αλληλοσυνδεόμενα μέρη τις βλάβες, την ανικανότητα και την μειονεξία. Ως βλάβη χαρακτηρίζεται κάθε απώλεια ή ανωμαλία ψυχολογικής, φυσιολογικής ή ανατομικής δομής ή λειτουργίας. Ο όρος ανικανότητα χαρακτηρίζει την κατάσταση, που αντιστοιχεί σε περιορισμό ή έλλειψη ικανότητας στην εκτέλεση μιας δραστηριότητας με φυσιολογικού τρόπο. Τέλος, ως μειονεξία εννοείται η απώλεια ή ο περιορισμός των ευκαιριών κάποιων ατόμων για κοινωνική συμμετοχή ισότιμα με άλλους ανθρώπους.
Συνεπώς η αναπηρία δεν είναι μόνο ένα πρόβλημα υγείας αλλά ένα σύνθετο φαινόμενο που σχετίζεται με την αλληλεπίδραση ενός ατόμου με την κοινωνία που διαβιώνει και για το λόγο αυτό είναι αναγκαία η υλοποίηση στοχευμένων παρεμβάσεων που θα βελτιώσουν το επίπεδο προσβασιμότητας των ατόμων με αναπηρία. Ως προσβασιμότητα νοείται η δυνατότητα της αυτόνομης πρόσβασης χωρίς ουδεμία διάκριση σε υποδομές, υπηρεσίες και αγαθά που διατίθενται σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον καθώς και της ισότιμης πρόσβασης σε οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές διαδικασίες.
Τα περισσότερα άτομα με σωματικές αναπηρίες αντιμετωπίζουν σημαντική δυσκολία στην κυκλοφορία τους στα αφιλόξενα για αυτά κέντρα των σύγχρονων πόλεων. Για την πληθυσμιακή ομάδα αυτή το αναπηρικό αμαξίδιο είναι το πλέον διαδεδομένο μέσο που χρησιμοποιείται για να βελτιώσει το επίπεδο της κινητικότητας τους. Ωστόσο, για τα άτομα με υψηλότερο βαθμό κινητικής αναπηρίας στα άνω άκρα που δεν μπορούν να εκτελούν ακριβείς και συνδυασμένες κινήσεις των δακτύλων (πάσχοντες από πολιομυελίτιδα, τετραπληγία κλπ) η χρήση του ηλεκτροκίνητου αμαξιδίου είναι απαγορευτική και ως εκ τούτου δεν είναι σε θέση να κινηθούν από μόνα τους.
Αξιοποιώντας την ιδιαίτερη τεχνογνωσία και πολυετή εμπειρία των συνεργαζόμενων φορέων το έργο αποσκοπεί στην ανάπτυξη καινοτόμων λύσεων που θα εξυπηρετούν με καλύτερο δυνατό τρόπο τις ανάγκες ειδικών πληθυσμιακών ομάδων όπως είναι τα άτομα με αναπηρία και εν γένει τα εμποδιζόμενα άτομα. Στα πλαίσια του προτεινόμενου έργου, με πρόθεση να βελτιώσει το επίπεδο της κινητικότητας των ΑμεΑ, θα σχεδιαστεί και θα κατασκευαστεί αναπηρικό αμαξίδιο η κίνηση του οποίου με την εφαρμογή της διεπαφής εγκεφάλου-υπολογιστή (Brain-Computer Interface) θα μπορεί να ελεγχθεί αποκλειστικά νοητικά από τον μετακινούμενο χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε φυσική ανατροφοδότηση εντολών για τον χειρισμό του μέσω της καταγραφής της ηλεκτρικής δραστηριότητας των νευρώνων του εγκεφάλου του (Ηλεκτροεγκεφαλογράφημα – EEG).
Τα καταγεγραμμένα σήματα θα επεξεργάζονται άμεσα και σε πραγματικό χρόνο από την τοπική μονάδα ελέγχου με την οποία θα εφοδιάζεται το αμαξίδιο και στη συνέχεια εφόσον προσδιοριστεί κάποια νοητική εντολή από ένα σύνολο προκαθορισμένων (πχ κίνηση εμπρός, στροφή αριστερά ή δεξιά, παύση κίνησης κλπ) θα αποστέλλεται το αντίστοιχο σήμα στον ηλεκτροκινητήρα του αμαξιδίου μέσω του κατάλληλου υποσυστήματος της εφαρμογής. Για τον προσδιορισμό των νοητικών εντολών θα αναπτυχθεί μια νέα μέθοδος ανάλυσης των σημάτων EEG λαμβάνοντας υπόψη τους σημαντικούς περιορισμούς που προκύπτουν από την εφαρμογή της στη μονάδα ελέγχου του αμαξιδίου και όχι σε κάποιο μεγαλύτερο υπολογιστικό σύστημα. Η προτεινόμενη μέθοδος θα πρέπει να παρουσιάζει πολύ υψηλό ποσοστό αξιοπιστίας και να συνοδεύεται από απλή διαδικασία εκμάθησης της από τους χρήστες προκειμένου εξασφαλίζει εύκολη και ασφαλή μετακίνηση του αμαξιδίου.
Προϋπόθεση για την επιτυχία της προσπάθειας είναι η παραγωγή ενός προϊόντος με χαμηλό κόστος προκειμένου να είναι αφενός ευκολότερη η απόκτησή από άτομα με σοβαρά κινητικά προβλήματα των άνω άκρων και αφετέρου να αποφέρει οικονομικά οφέλη από την εμπορική του εκμετάλλευση. Αυτός είναι άλλωστε και ο βασικός στόχος της δράσης «ΕΡΕΥΝΩ – ΔΗΜΙΟΥΡΓΩ – ΚΑΙΝΟΤΟΜΩ», δηλαδή η ενσωμάτωση της νέας γνώσης και της καινοτομίας για την παραγωγή νέων προϊόντων και υπηρεσιών.